Κώστας Παπαποστόλου: ΘΟΥΛΗ το λευκό νησί. Εκδόσεις
Γαβριηλίδης, 2012
O τίτλος της συλλογής
“Θούλη – το λευκό νησί” παραπέμπει α) σε ένα χώρο οριακό και β) στο λευκό, το
άγραφο άγνωστο που βρίσκεται πέραν του ορίου. Θούλη λοιπόν είναι η μετωνυμία
του ακρότατου ορίου, η εσχατιά ανάμεσα στο γνωστό και το άγνωστο, το υπαρκτό
και το μη υπαρκτό. Είναι ένα νησί -πιθανόν μυθικό- που αναφέρει ο αρχαίος
Έλληνας ερευνητής Πυθέας τον 4ο αιώνα π.Χ. Σύμφωνα με τα γραπτά του, η Θούλη
βρίσκεται στον ακραίο βορρά, έξι μέρες βόρεια της Βρετανίας. Για τον λόγο αυτό,
το όνομα της Θούλης συμβολίζει από την εποχή της αρχαιότητας την πιο βόρεια
άκρη του κόσμου (ultima thule), το ακρότατο όριο.
Αλλά στην περίπτωση του Παπαποστόλου η “Θούλη” δεν ορίζεται
γεωγραφικά και χωρικά. Αν δούμε με προσοχή, θα διαπιστώσουμε ότι με τα δύο
κείμενα της συλλογής του, το πρώτο και το τελευταίο τίθεται και το περιεχόμενο
των ορίων με όρους όχι χωρικούς αλλά και χρονικούς. Το πρώτο ποιητικό κείμενο
της συλλογής “Για την Ιθάκη” (που ανοίγει ένα διάλογο με το γνωστό ποίημα του
Καβάφη) αποτιμά μια χρονική διάρκεια και μια πορεία ζωής από την “αρχή”, και
στο τελευταίο ποίημα της συλλογής, το “Άλλη εποχή”, επιβεβαιώνεται ο οριακός
χαρακτήρας της ποιητικής “Θούλης”.
Επομένως εξαρχής έχουμε να κάνουμε με δύο στοιχεία: το χώρο και το χρόνο τα οποία όμως στον ποιητικό νου του Παπαποστόλου παρουσιάζονται ενιαία, ως μία οντότητα, αλλά συγχρόνως και ως εξελισσόμενες διαδικασίες που οδηγούν στα “όρια” . Εκεί στα “όρια” τίθενται ως διακυβεύματα η ζωή και η μοίρα αλλά και η μνήμη και βέβαια η ποιητική κρίση. Συνεπώς το κλειδί της ποιητικής του Παπαποστόλου είναι η βασανιστική αίσθηση της “οριακότητας”.
Σας θυμίζω ότι ήδη από την πρώτη του ποιητική συλλογή που εκδόθηκε στη Λάρισα από το βιβλιοπωλείο Κέραμος στα 1982 με το σεμνό τίτλο “Ποιήματα”, η έννοια της οριακότητας αποτελούσε ήδη συστατικό στοιχείο της ποιητικής του Παπαποστόλου γεγονός που οπωσδήποτε έχει να κάνει και με το ότι είναι μηχανικός κι επομένως χειρίζεται και χρησιμοποιεί ως επαγγελματικό εργαλείο την έννοια του “οριακού χρόνου” δηλαδή τον βραδύτερο επιτρεπόμενο χρόνο στον οποίο μπορεί να πραγματοποιηθεί ένα γεγονός, χωρίς να μεταβληθεί ο συνολικός χρόνος εκτέλεσης του έργου· αυτό που ονομάζεται και LS ή Late Start.
Εκεί στην πρώτη του ποιητική συλλογή υπάρχει ένα κείμενο με τίτλο “Οριακός χρόνος”
Επομένως εξαρχής έχουμε να κάνουμε με δύο στοιχεία: το χώρο και το χρόνο τα οποία όμως στον ποιητικό νου του Παπαποστόλου παρουσιάζονται ενιαία, ως μία οντότητα, αλλά συγχρόνως και ως εξελισσόμενες διαδικασίες που οδηγούν στα “όρια” . Εκεί στα “όρια” τίθενται ως διακυβεύματα η ζωή και η μοίρα αλλά και η μνήμη και βέβαια η ποιητική κρίση. Συνεπώς το κλειδί της ποιητικής του Παπαποστόλου είναι η βασανιστική αίσθηση της “οριακότητας”.
Σας θυμίζω ότι ήδη από την πρώτη του ποιητική συλλογή που εκδόθηκε στη Λάρισα από το βιβλιοπωλείο Κέραμος στα 1982 με το σεμνό τίτλο “Ποιήματα”, η έννοια της οριακότητας αποτελούσε ήδη συστατικό στοιχείο της ποιητικής του Παπαποστόλου γεγονός που οπωσδήποτε έχει να κάνει και με το ότι είναι μηχανικός κι επομένως χειρίζεται και χρησιμοποιεί ως επαγγελματικό εργαλείο την έννοια του “οριακού χρόνου” δηλαδή τον βραδύτερο επιτρεπόμενο χρόνο στον οποίο μπορεί να πραγματοποιηθεί ένα γεγονός, χωρίς να μεταβληθεί ο συνολικός χρόνος εκτέλεσης του έργου· αυτό που ονομάζεται και LS ή Late Start.
Εκεί στην πρώτη του ποιητική συλλογή υπάρχει ένα κείμενο με τίτλο “Οριακός χρόνος”
Τ΄ όνομά μου
Είναι όπως με φωνάζουν
Και έμαθα τόσα χρόνια
Σιωπηλά να υπακούω.
Όμως η σιωπή μου
Είναι μια πελώρια κραυγή
Κρυμμένη.
Τότε το όνομά μου
Είναι το μέγεθος
Που μετρώ την αναμονή
Πριν την οριστική
Αυτονόμησή μου.
Είναι όπως με φωνάζουν
Και έμαθα τόσα χρόνια
Σιωπηλά να υπακούω.
Όμως η σιωπή μου
Είναι μια πελώρια κραυγή
Κρυμμένη.
Τότε το όνομά μου
Είναι το μέγεθος
Που μετρώ την αναμονή
Πριν την οριστική
Αυτονόμησή μου.
Το κείμενο αυτό γραμμένο στις 21 Μαΐου του 1979 είναι σημαδιακό με την
έννοια ότι ο Παπαποστόλου ήδη πολύ νωρίς δημιούργησε τον δικό του προσωπικό
ατράκτορα (attractor ), τον “παράξενο ελκυστή” της ποίησής του,
που δεν είναι άλλος από την έννοια του οριακού χρόνου που διαπερνά
-συνειδητά ή ασύνειδα- την ποίησή του.
Η ποιητική παραγωγή ενός ατόμου -ιδίως όταν απλώνεται σε ικανό χρονικό διάστημα- μπορεί να θεωρηθεί ως ένα δυναμικό σύστημα στο οποίο οι αλλαγές που συντελούνται με το πέρασμα του χρόνου είναι διακριτές. (Αρκεί κάποιος να ξεφυλλίσει τις σελίδες της συνολικής ποιητικής παραγωγής ενός συγγραφέα). Όμως αυτές οι αλλαγές -σκόπιμες, απρόβλεπτες ή τυχαίες- διαγράφουν μια “κίνηση” ως προς μια συγκεκριμένη “θέση” στην οποία έλκεται λόγω των συνθηκών η κίνηση και η μεταβολή του συστήματος. Δανείζομαι τον όρο από τα μαθηματικά του Χάους για να δείξω την εσωτερική συνέπεια -συνειδητή ή μη- του ποιητικού νου.
Η ποιητική παραγωγή ενός ατόμου -ιδίως όταν απλώνεται σε ικανό χρονικό διάστημα- μπορεί να θεωρηθεί ως ένα δυναμικό σύστημα στο οποίο οι αλλαγές που συντελούνται με το πέρασμα του χρόνου είναι διακριτές. (Αρκεί κάποιος να ξεφυλλίσει τις σελίδες της συνολικής ποιητικής παραγωγής ενός συγγραφέα). Όμως αυτές οι αλλαγές -σκόπιμες, απρόβλεπτες ή τυχαίες- διαγράφουν μια “κίνηση” ως προς μια συγκεκριμένη “θέση” στην οποία έλκεται λόγω των συνθηκών η κίνηση και η μεταβολή του συστήματος. Δανείζομαι τον όρο από τα μαθηματικά του Χάους για να δείξω την εσωτερική συνέπεια -συνειδητή ή μη- του ποιητικού νου.
Ο “οριακός χρόνος” λοιπόν αποτελεί τον ελκυστή της ποιητικής παραγωγής του
Παπαποστόλου και εδώ πυκνώνεται η προσωπική αγωνία του και ξεδιπλώνεται ο
ποιητικός λόγος με τη συγκεκριμένη θεματική.
Εντελώς πρόχειρη απόδειξη: από την τιτλοφόρηση των πενήντα έξι ποιημάτων της συλλογής, τα περισσότερα περιέχουν ευθέως αναφορές στον χρόνο (Εσπέρα, Ανάμεσα στις εποχές, Κάθε που νυχτώνει, Λίγο πριν, Ύστερα από χρόνια, Την επομένη, Άλλη εποχή...), ή τον υπονοούν ( Περιμένοντας, Κάποτε μια φορά, η Πρώτη, Η τελευταία βροχή, Το τελευταίο ταξίδι, Στο τέλος του Σεπτέμβρη...) ή τον περιέχουν ως καίρια στιγμιότυπα και νησίδες μνήμης (Η επιστροφή, Ο παλιός Σεπτέμβρης, Κοντά στο σούρουπο...)
Εντελώς πρόχειρη απόδειξη: από την τιτλοφόρηση των πενήντα έξι ποιημάτων της συλλογής, τα περισσότερα περιέχουν ευθέως αναφορές στον χρόνο (Εσπέρα, Ανάμεσα στις εποχές, Κάθε που νυχτώνει, Λίγο πριν, Ύστερα από χρόνια, Την επομένη, Άλλη εποχή...), ή τον υπονοούν ( Περιμένοντας, Κάποτε μια φορά, η Πρώτη, Η τελευταία βροχή, Το τελευταίο ταξίδι, Στο τέλος του Σεπτέμβρη...) ή τον περιέχουν ως καίρια στιγμιότυπα και νησίδες μνήμης (Η επιστροφή, Ο παλιός Σεπτέμβρης, Κοντά στο σούρουπο...)
Η προηγούμενη διαπίστωση θέτει δύο ζητήματα στα οποία θα επιχειρήσω να
απαντήσω: α) από που προέρχεται η επιλογή της “οριακότητας” ως ποιητικού
ελκυστή, ως ασύνειδου ποιητικού κέντρου β) πως η οριακότητα επηρεάζει τη μορφή
των ποιητικών δεδομένων.
α) Δεν ανάφερα τυχαία
την - ίσως -παρακινδυνευμένη συσχέτιση ποίησης και δυναμικών συστημάτων. Είπα
ότι η ποικιλία των επιμέρους ποιητικών θεμάτων, οι επιλογές των ποιητικών
μοτίβων, η επιλογή των ίδιων των λέξεων - σκόπιμες, απρόβλεπτες ή τυχαίες –
συστρέφονται γύρω από μια συγκεκριμένη “θέση” στην οποία έλκεται λόγω των
συνθηκών η κίνηση και η μεταβολή του συστήματος.
“Λόγω των συνθηκών”
λοιπόν!...
Με την ποιητική
συλλογή “Θούλη” του Κώστα Παπαποστόλου βρισκόμαστε στην καρδιά της “γενιάς του
'70” της επονομαζόμενης και “γενιάς του Πολυτεχνείου” όχι μόνο διότι, ως
γνωστόν, ο Κώστας Παπαποστόλου υπήρξε μια σημαίνουσα νεανική προσωπικότητα στην
πορεία του κινήματος των Λαρισαίων φοιτητών και τυπικός εκπρόσωπος της γενιάς
του, αλλά και γιατί η ποιητική του πράξη ενσωματώνει τα βασικά εκφραστικά και
θεματικά κέντρα της.
Μάλιστα στην περίπτωση του Παπαποστόλου η έκδοση των συλλογών του εμφανίζεται σε χρόνια κρίσιμα για την πλήρη ενηλικίωση της γραμματολογικής γενιάς: η πρώτη του ποιητική συλλογή, τα "Ποιήματα", παρουσιάζεται στη Λάρισα στο ξεκίνημα της δεκαετίας του 80, η επόμενη, "Ο Μεγάλος Κύκλος", θα περιμένει χρόνια για να εμφανιστεί μέσα στην αποθέωση και την κορύφωση της νεοελληνικής φούσκας το 2005 και τέλος η τωρινή, "Θούλη", μέσα στα χρόνια της βαθιάς κρίσης και των δεδομένων ανατροπών και ριζικών αναθεωρήσεων. Η γραμματολογική γενιά μέσα στα τρία αυτά όρια διέγραψε την πορεία της και μαζί της διέγραψε και “διέγραψε” πλήθος από τις βεβαιότητες ή τις σταθερές της. Στην πραγματικότητα τώρα περατώνει τον κύκλο της και τώρα οφείλει να δώσει το ώριμο έργο. Σε συνθήκες κρίσης η ποίηση που θα γραφεί -δεν έχει άλλο δρόμο- οφείλει να αναστοχαστεί για τους προηγούμενους τρόπους και τη θεματική της.
Ιδού λοιπόν από που πηγάζει η αίσθηση της οριακότητας ως ποιητικός ελκυστής στο έργο του Παπαποστόλου.
Μάλιστα στην περίπτωση του Παπαποστόλου η έκδοση των συλλογών του εμφανίζεται σε χρόνια κρίσιμα για την πλήρη ενηλικίωση της γραμματολογικής γενιάς: η πρώτη του ποιητική συλλογή, τα "Ποιήματα", παρουσιάζεται στη Λάρισα στο ξεκίνημα της δεκαετίας του 80, η επόμενη, "Ο Μεγάλος Κύκλος", θα περιμένει χρόνια για να εμφανιστεί μέσα στην αποθέωση και την κορύφωση της νεοελληνικής φούσκας το 2005 και τέλος η τωρινή, "Θούλη", μέσα στα χρόνια της βαθιάς κρίσης και των δεδομένων ανατροπών και ριζικών αναθεωρήσεων. Η γραμματολογική γενιά μέσα στα τρία αυτά όρια διέγραψε την πορεία της και μαζί της διέγραψε και “διέγραψε” πλήθος από τις βεβαιότητες ή τις σταθερές της. Στην πραγματικότητα τώρα περατώνει τον κύκλο της και τώρα οφείλει να δώσει το ώριμο έργο. Σε συνθήκες κρίσης η ποίηση που θα γραφεί -δεν έχει άλλο δρόμο- οφείλει να αναστοχαστεί για τους προηγούμενους τρόπους και τη θεματική της.
Ιδού λοιπόν από που πηγάζει η αίσθηση της οριακότητας ως ποιητικός ελκυστής στο έργο του Παπαποστόλου.
β) Βέβαια περιέγραψα την οριακότητα για λόγους κατανόησης εντελώς “τεχνικά”
σαν να είναι ένα χωροχρονικό παίγνιο. Μπορεί ίσως να ήταν κάτι τέτοιο στο
ποιητικό ξεκίνημα αλλά στο πέρασμα του χρόνου και καθώς πυκνώνει κι ωριμάζει ο
ποιητικός λόγος του Παπαποστόλου μετατρέπεται σε κάτι άλλο βαθύτερο και
ουσιαστικότερο. Μετατρέπεται σε υλικό εξομολόγησης. Αν κρυφακούσει κάποιος τα
ποιήματα του Κώστα Παπαποστόλου θα καταλάβει ότι έχουμε να κάνουμε με έναν εκπρόσωπο
της εξομολογητικής ποίησης στην Ελλάδα. Και δεν αναφέρομαι στις
ομολογημένες και εμφανείς επιρροές από τον Καβάφη, τον Ρίτσο, τον Λειβαδίτη,
τον Αναγνωστάκη, τον Βύρωνα Λεοντάρη ή τον Καρυωτάκη, αναφέρομαι κυρίως στην
επιρροή από την κινέζικη ποίηση, τον Ζακ Πρεβέρ και κυρίως από την ποίηση της
αμερικανίδας Αν Σέξτον μίας από τις σπουδαιότερες ποιήτριες των αμερικανικών
γραμμάτων που θεωρείται και η σημαντικότερη εκπρόσωπος της λεγόμενης εξομολογητικής
ποίησης.
Η επίδραση και η επιρροή δε σημαίνουν υποχρεωτικά και έλλειψη πρωτοτυπίας. Μπορεί η νεωτερικότητα να θεωρεί ότι η πρωτοτυπία είναι μια αδιαπραγμάτευτη δημιουργική αρετή, αλλά τα πράγματα δεν ήταν ανέκαθεν έτσι ούτε πιθανόν να είναι. Οι προτεραιότητες στη δημιουργία αλλάζουν σε βάθος χρόνου και μαζί αλλάζει και ο τρόπος που βλέπουμε τα έργα των ανθρώπων. Στη μετανεωτερικότητα το χρησιμοποιημένο, το ήδη κοινό ή και το κοινότοπο, το μαζικό και το φθαρμένο κατέχει κυρίαρχη θέση μια και διευκολύνει τον αναστοχασμό πάνω στις παλιές ολιστικές μας βεβαιότητες ή και στις σταθερές λογοτεχνικές ή κοινωνικές αξίες. Ο αναστοχασμός με βάση τις προϋπάρχουσες αναγνώσεις παράγει καινούργια αισθητικά αποτελέσματα κι επομένως επηρεάζει τη μορφή των ποιητικών δεδομένων.
Η επίδραση και η επιρροή δε σημαίνουν υποχρεωτικά και έλλειψη πρωτοτυπίας. Μπορεί η νεωτερικότητα να θεωρεί ότι η πρωτοτυπία είναι μια αδιαπραγμάτευτη δημιουργική αρετή, αλλά τα πράγματα δεν ήταν ανέκαθεν έτσι ούτε πιθανόν να είναι. Οι προτεραιότητες στη δημιουργία αλλάζουν σε βάθος χρόνου και μαζί αλλάζει και ο τρόπος που βλέπουμε τα έργα των ανθρώπων. Στη μετανεωτερικότητα το χρησιμοποιημένο, το ήδη κοινό ή και το κοινότοπο, το μαζικό και το φθαρμένο κατέχει κυρίαρχη θέση μια και διευκολύνει τον αναστοχασμό πάνω στις παλιές ολιστικές μας βεβαιότητες ή και στις σταθερές λογοτεχνικές ή κοινωνικές αξίες. Ο αναστοχασμός με βάση τις προϋπάρχουσες αναγνώσεις παράγει καινούργια αισθητικά αποτελέσματα κι επομένως επηρεάζει τη μορφή των ποιητικών δεδομένων.
Αυτές οι λέξεις γίνονται στίχοι μοναχικοί
να ταξιδέψουν στη βροχή και στον αέρα
με ένα κράτημα μικρό στην ομίχλη του δειλινού
Οι εμφανείς επιρροές δεν αφορούν μόνο τη συγκεκριμένη ποιητική συλλογή του
Κώστα Παπαποστόλου αλλά περι-γράφουν τον πολλυσυλλεκτικό τρόπο που επέλεξε για
την ποιητική δημιουργία μία ολόκληρη γενιά. Άλλωστε ποιητικά μοτίβα όπως ο
εγκλεισμός, η μόνωση, η μνήμη, η αμφιθυμία, τα ποιήματα ποιητικής είναι κοινά
για όλους τους ποιητές της γενιάς του '70.
Η οριακότητα του Παπαποστόλου τον εξωθεί σε μια ποιητική προσπάθεια να ανασύρει θραύσματα από το πιο βαθύ και πιο σπασμένο κομμάτι του εαυτού του, ποίηση συχνά οδυνηρή, μιλά για το θάνατο αλλά και για όσους επιλέγουν τη ζωή και καταγράφουν μια πορεία μεταξύ των ανώτατων και των κατώτατων σημείων του ανθρώπινου ψυχισμού και των απολαύσεων της ζωής. Γι' αυτό και πολλά κείμενα διατηρούν έναν ασθματικό ρυθμό και μοιάζουν σα να ξεκινούν μια ιστορία η οποία όμως δεν ολοκληρώνεται σχεδόν ποτέ. Έτσι η αφηγηματική αρχή απομένει μετέωρη και εκκρεμής κλείνοντας συχνά απότομα λες και μαζεύεται να μην αποκαλυφθεί και δημιουργούν μια ποίηση που
Η οριακότητα του Παπαποστόλου τον εξωθεί σε μια ποιητική προσπάθεια να ανασύρει θραύσματα από το πιο βαθύ και πιο σπασμένο κομμάτι του εαυτού του, ποίηση συχνά οδυνηρή, μιλά για το θάνατο αλλά και για όσους επιλέγουν τη ζωή και καταγράφουν μια πορεία μεταξύ των ανώτατων και των κατώτατων σημείων του ανθρώπινου ψυχισμού και των απολαύσεων της ζωής. Γι' αυτό και πολλά κείμενα διατηρούν έναν ασθματικό ρυθμό και μοιάζουν σα να ξεκινούν μια ιστορία η οποία όμως δεν ολοκληρώνεται σχεδόν ποτέ. Έτσι η αφηγηματική αρχή απομένει μετέωρη και εκκρεμής κλείνοντας συχνά απότομα λες και μαζεύεται να μην αποκαλυφθεί και δημιουργούν μια ποίηση που
μας βυθίζει μέχρι το λαιμό
στον τρόμο
Γιατί έτσι γνωρίζουμε βαθύτερα τη ματαιότητα
της ύπαρξης
καθώς οι στίχοι συνθέτουν το αναπότρεπτο
Τέλος.
Να με θυμηθείτε.
Ο Παπαποστόλου θα γράψει σύντομα και άλλη ποιητική συλλογή. Και είμαι
βέβαιος ότι η νέα του εργασία θα είναι ένα βήμα παραπέρα. Από την ανίχνευση των
χρησιμοποιημένων στοιχείων θα προχωρήσει σε μία σύνθεση αυτών των στοιχείων σε
χρηστικές ποιητικές αφηγήσεις γιατί αυτό ακριβώς προσπαθεί να κάνει και να μας
δώσει. Άλλωστε ξέρει καλά αυτό που έγραψε η Αν Σέξτον στο ποίημα "Welcome
Morning" της συλλογής "Τhe Awful Rowing Toward God" (Η φρικτή
κωπηλασία προς το Θεό):
Υπάρχει χαρά σε όλα… Η χαρά που δεν μοιράζεται, άκουσα, πεθαίνει
νωρίς.
Ή για να το πω με τα λόγια του Παπαποστόλου:
Για σένα
Στο περιθώριο
να ακουμπάς τα δάχτυλά σου
Εκεί που δεν σε φτάνουν οι ματιές
να κοιμάσαι
Αόρατη σκιά στις σκιές
του χρόνου
Αόρατο στίγμα
στον αέρα
Μόνο εσύ
θα αναγνωρίζεις τον εαυτό σου
Μόνο εσύ θα θυμάσαι
πως ακολουθούν τους ήρωες
Σιωπηλά
Για να κριθείς επίγεια
Αφού δεν υπάρχουν
ουρανοί
Να κατοικείς στο τίποτε
Στο μηδέν να μετράς
τα βήματά σου
Και να βυθίζεσαι
σε μια στάχτη ντροπής
Για όσα δεν γίνηκαν ακόμη.
Στο περιθώριο
να ακουμπάς τα δάχτυλά σου
Εκεί που δεν σε φτάνουν οι ματιές
να κοιμάσαι
Αόρατη σκιά στις σκιές
του χρόνου
Αόρατο στίγμα
στον αέρα
Μόνο εσύ
θα αναγνωρίζεις τον εαυτό σου
Μόνο εσύ θα θυμάσαι
πως ακολουθούν τους ήρωες
Σιωπηλά
Για να κριθείς επίγεια
Αφού δεν υπάρχουν
ουρανοί
Να κατοικείς στο τίποτε
Στο μηδέν να μετράς
τα βήματά σου
Και να βυθίζεσαι
σε μια στάχτη ντροπής
Για όσα δεν γίνηκαν ακόμη.
Θωμάς Ψύρρας
Αθήνα 28 Μαρτίου 2013
No comments:
Post a Comment