Θέλω να περάσω αλώβητος
προς τον κρυμένο κήπο με τα άνθη της παραφοράς σου
προς τα εκεί που αδιάκοπα φυτρώνει
στο χυμένο αίμα σου ο αμάραντος
και εξαίσιοι έφηβοι μ΄ ένα κλωνί του
πηγαινοέρχονται άφοβα στον Άδη.
Διαπλέοντας ακόμη κια αυτή την άβατη σκέψη σου
με των καθαγιασμένων την υπεροψία να ξανοικτώ
αψηφώντας τις κάνες της σιωπής σου
προς τα εκεί που πάντοται ενεδρεύεις
που ανελλιπως μ΄ αγγίζεις
με δάχτυλα παραφροσύνης
και στιβάζεις μέσα μου στιγμές φαρμακωμένες
και περάσματα για μέρη απρόσιτα.
Στον τόπο που εσύ η αντιλόπη
εσύ η διαίσθησή μου
με το αδιάψευστο έγκαυμα στο μέτωπο
γίνεσαι η αδέσποτη καμπάνα της αφυπνίσεως
κι αναζητάς την σάρκα μου γυμνή
ρωγμή ζητάς να μπεις στον ύπνο μου
να σύρεις τον δαυλό
κρυφά απ΄ το βλέμμα της νυκτός
που με φυλάττει
να πυρπολήσεις τα όνειρά μου.
Friday, 30 October 2009
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
Mε συγκίνησες πάρα πολύ... Να σαι καλά...
ReplyDeleteΝα πυρπολήσει αλήθεια πια όνειρα; Τα στοιβαγμένα στην άσφαλτο; Εκείνα που σκαρφαλώνουν στην έρημο.
ReplyDeleteΤα τίποτα που αρχίζουν το πρωί να σε ξυπνάνε; Πόλεις της ερημιάς και πόλεις των ανθρώπων.
Ίσως τα όνειρα των ονείρων, τα κρυμμένα πίσω,
ReplyDeleteτα ρημαγμένα στην άσφαλτο, τα γυμνωμένα στην καυτή άμμο, τα απαγορευμένα, ωστόσο τόσο ευάλωτα μέσα από τις ρωγμές της ερημιάς, που σε νανουρίζουν παρά σε ξυπνούν, στις πόλεις των μοναχικών ανθρώπων.