Monday, 29 November 2010

Νεκρή Ζώνη

Με τις λέξεις σου να είσαι πολύ προσεκτικός, όπως είσαι ακριβώς μ' έναν βαριά τραυματισμένο που κουβαλάς στον ώμο.

Εκεί που προχωράς μέσα στη νύχτα μπορεί να τύχει να γλιστρήσεις στους κρατήρες των οβίδων μπορεί να τύχει να μπλεχτείς στα συρματοπλέγματα.
Να ψαχουλεύεις στο σκοτάδι με τα γυμνά σου πόδια κι όσο μπορείς μη σκύβεις για να μη σούρνονται τα χέρια του στο χώμα.
Βάδιζε πάντα σταθερά σαν να πιστεύεις πως θα φτάσεις πριν σταματήσει η καρδιά του.

Να εκμεταλλεύεσαι κάθε λάμψη απ' τις ρυπές των πολυβόλων για να κρατάς σωστόν τον προσανατολισμό σου πάντοτε παράλληλα στις γραμμές των δυο μετώπων.

Ξεπνοϊσμένος έτσι να βαδίζεις σαν να πιστεύεις πως θα φτάσεις εκεί στην άκρη του νερού εκεί στην πρωινή την πράσινη σκιά ενός μεγάλου δέντρου.

Προς το παρόν, νά 'σαι πολύ προσεκτικός όπως είσαι ακριβώς μ' έναν μελλοθάνατο που κουβαλάς στον ώμο.

Sunday, 21 November 2010

Κική Δημουλά

Γεννήθηκε το 1931 στην Αθήνα, όπου και ζεί. Παντρεύτηκε τον μαθηματικό και ποιητή Άθω Δημουλά, με τον οποίο απέκτησε δύο παιδιά. Εργάστηκε ως υπάλληλος στην Τράπεζα της Ελλάδος. Το 2002 εξελέγη τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Θέματα που κυριαρχούν στα ποιήματά της είναι η απουσία, η φθορά, η απώλεια, η μοναξιά και ο χρόνος. Χαρακτηριστικά της ποίησής της είναι η προσωποποίηση αφηρημένων εννοιών, η ασυνήθιστη χρήση κοινών λέξεων και η πικρή φιλοπαίγμων διάθεση.
Τιμήθηκε το 1972 με το Β' Κρατικό Βραβείο Ποίησης για τη συλλογή Το λίγο του κόσμου, το 1989 με το Α΄ Κρατικό Βραβείο Ποίησης για τη συλλογή Χαίρε ποτέ και το 1995 με το Βραβείο Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών για τη συλλογή Η εφηβεία της λήθης. Η Association Capitale Européenne des Littératures την βράβευσε, τον Μάρτιο του 2010, με το Ευρωπαϊκό Βραβείο Λογοτεχνίας στο πλαίσιο της πέμπτης Ευρωπαϊκής Συνάντησης Λογοτεχνίας. Ποιήματα της έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, τα γαλλικά, τα ισπανικά, τα ιταλικά, τα πολωνικά, τα βουλγαρικά, τα γερμανικά και τα σουηδικά.

Γράμμα

Ό ταχυδρόμος,
σέρνοντας στα βήματά του την ελπίδα μου
μου έφερε και σήμερα σήμερα ένα φάκελο
με τη σιωπή σου.
Το όνομά μου γραμμένο από έξω με λήθη.
Η διεύθυνσή μου ένας ανύπαρκτος δρόμος.
Όμως ο ταχυδρόμος
τον βρήκε αποσυρμένο στη μορφή μου,
κοιτώντας τα παράθυρα που έσκυβαν μαζί μου,
διαβάζοντας τα χέρια μου
που έπλαθαν κιόλας μια απάντηση.
Θα τον ανοίξω με την καρτερία μου
και θα ξεσηκώσω με τη μελαγχολία μου
τα άγραφά σου.
Κι αύριο θα σου απαντήσω
στέλνοντάς σου μια φωτογραφία μου.
Στο πέτο θα έχω σπασμένα τριφύλλια,
στο στήθος σκαμμένο
το μενταγιόν της συντριβής.
Και στα αυτιά μου θα κρεμάσω-συλλογίσου-
τη σιωπή σου.

Saturday, 13 November 2010

Γιώργος Θέμελης


Ο Γιώργος Θέμελης γεννήθηκε το 1900 στη Σάμο και σπούδασε στη φιλοσοφική σχολή του πανεπιστημίου Αθηνών. Το όνομά του συνδέθηκε με τη Θεσσαλονίκη, όπου εγκαταστάθηκε και έζησε ως το τέλος της ζωής του (Απρίλης του 1976). Στη Θεσσαλονίκη, άλλωστε, διαμορφώθηκε η ποιητική του προσωπικότητα, κι αυτή στάθηκε η πνευματική του πατρίδα. Ως φιλόλογος δίδαξε στο Πειραματικό Σχολείο και στα Εκπαιδευτήρια Βαλαγιάννη. Διετέλεσε Γενικός Γραματέας και Μέλος της Καλλιτεχνικής Επιτροπής του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος από την ίδρυσή του, το 1961, και έως το 1965. Η ποιητική ιστορία του Θέμελη αρχίζει ουσιαστικά με τον πόλεμο και την κατοχή. Τότε μυήθηκε στα νεότερα ποιητικά ρεύματα από τον πρωτοποριακό κύκλο του περιοδικού «Κοχλίας», του οποίου υπήρξε τακτικός συνεργάτης.  Όταν εκδίδει το "Γυμνό Παράθυρο" (1945) υπάρχει πια ένας κατασταλαγμένος, ανθρώπινος λυρισμός που συμπυκνώνεται πιο πολύ στη συλλογή "Άνθρωποι και πουλιά" (Κοχλίας, 1940). Και οι δύο συλλογές, αλλά και όλες οι κατοπινές, κατατείνουν σε μιαν "αναζήτηση του χαμένου προσώπου". Στον "Γυρισμό" (1940) υπάρχει η αναζήτηση του χαμένου αδελφού ενώ στην "Ωδή για να θυμόμαστε τους ήρωες" το ελληνοκεντρικό ύφος αναζητά την τελειότητα του ιδεατού προσώπου. Στις "Συνομιλίες" (1953) κορυφώνεται η εγκατάλειψη του λυρισμού που αρχίζει στην "Ακολουθία" (1950) και η υποκατάσταση μ' έναν πραγματισμό με λυρικούς όρους. Μετά την παρένθεση του "Δενδρόκηπου" (1955) το "Πρόσωπο και το είδωλο" (1959) κορυφώνουν την ποίηση του Θέμελη, κι αργότερα στις "Φωτοσκιάσεις" ενώ υποψιαζόμαστε την ανεύρεση του προσώπου, του φωτός, αυτή έρχεται στο έργο "Η Μόνα παίζει" με αφορμή τη γέννηση της εγγονής του. Ένας διάλογος της αγάπης και του θανάτου ήταν οι συλλογές "Το δίχτυ των ψυχών" Ι και II (1965) ενώ η "Έξοδος" (1968) προαγγελία της εξόδου του σώματος απ' τον κόσμο. Ο Θέμελης πέθανε το 1975, έχοντας δώσει ένα πολύ σημαντικό έργο.
.
Αναζήτηση

Δεν θ' ακουστούν τα βήματά μας σε συνάντηση.

Σα νάχουμε χάσει τον εαυτό μας και τον γυρεύουμε
Σε δρόμους που περάσαμε, σε κατοικίες που διανυκτερεύσαμε.

Σα να γυρίζουμε απ' έξω κι ανάβουμε το φως
Και μιλούμε, όπως μιλούσαμε, βηματίζουμε,
Ή στεκόμαστε ν' αφουγκραστούμε κάποιο θόρυβο.

Είμαστε θόρυβοι και θορυβούμε.

Είμαστε μικρά φτερά και χτυπούμε στον άνεμο.

Αγγίζουμε ο ένας τον άλλο και σωπαίνουμε ώρα πολλή
Σκύβοντας μέσα στα πρόσωπά μας να γνωριστούμε.

Η γνωριμία μας είναι μια μυστική υπόθεση που δεν τελειώνει.

Έρχεται σιγά σιγά ο ύπνος και μας τυλίγει.

Τα πρόσωπα που γνωρίσαμε, τα πράγματα που αγγίξαμε,
Φυσιογνωμίες, συναπαντήματα, χαμένες αστραπές,
Η γη που σπιθοβολούσε στην καρδιά μας,
Μπαίνουν μες στη γυμνή ψυχή μας, τη μοιράζονται.

Δεν ξέρω, αν είναι ο άνεμος που σηκώσαμε,
Που τον γεμίσαμε με τη μικρή βοή μας και μας θρηνεί
Στους δρόμους που περάσαμε, στις κατοικίες που διανυκτερεύσαμε.

Δεν ξέρω αν είναι χιόνι που έρχεται να μας σκεπάση.
(Πού θα βρεθούμε το πρωί, σαν θα σημάνουν οι καμπάνες).

Από τη συλλογή Συνομιλίες (1953)

Sunday, 7 November 2010

Μίλτος Σαχτούρης

 Ο Μίλτος Σαχτούρης (Αθήνα, 29 Ιουλίου 1919Αθήνα, 29 Μαρτίου 2005) ήταν ένας από τους σημαντικότερους μεταπολεμικούς Έλληνες ποιητές τιμημένος με τρία κρατικά βραβεία.
Το 1943 γνωρίστηκε με τον Οδυσσέα Ελύτη και τον Νίκο Εγγονόπουλου, με τον οποίο συνδέθηκε με στενή φιλία. Ως ποιητής στον χώρο των γραμμάτων εμφανίστηκε, ύστερα από παρότρυνση του Ελύτη, το 1944 στο περιοδικό Τα Νέα Γράμματα. Τον επόμενο χρόνο κυκλοφόρησε η πρώτη του ποιητική συλλογή «Η Λησμονημένη». Για την συλλογή αυτή ο Σαχτούρης ανέφερε πολλά χρόνια αργότερα: «το βιβλίο είναι αφιερωμένο σε αυτή τη γυναίκα, η οποία επανέρχεται και σε άλλα ποιήματά μου αργότερα μέχρι τα Εκτοπλάσματα». Το 1948 εξέδοσε τις «Παραλογαίς» και ακολούθησαν και άλλες πολλές, με αποκορύφωμα το «Μέ τό πρόσωπο στον τοίχο» (1952), το οποίο εκείνη την εποχή πούλησε πέντε αντίτυπα, αν και ήταν το καλύτερο έργο του.
Στις αρχές τις δεκαετίας του 1960 άρχισαν οι κριτικοί να δίνουν μεγαλύτερη προσοχή στα ποιήματά του Σαχτούρη. Πρώτα ο Αλέκος Αργυρίου και στη συνέχεια η Νόρα Αναγνωστάκη, σύζυγος του Μανόλη Αναγνωστάκη, με το άρθρο της «Ο Μίλτος Σαχτούρης και οι δύσκολοι καιροί» στο περιοδικό Κριτική.
Ο Σαχτούρης αν και επηρεάστηκε από τον υπερρεαλισμό δεν αφομοιώθηκε σε αυτόν και θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι ξέφυγε από αυτόν αποκτώντας μια καθαρά προσωπική φωνή. Μπορεί όμως με ευκολία να χαρακτηριστεί ως ένας ποιητής του παραλόγου και του συμβολισμού. Η γλώσσα των ποιημάτων του είναι ελλειπτική, λιτή, τραγική, σκυθρωπή και σοβαρή. Επίσης η ποίηση του ως προς τη δομή είναι εννιαία, δηλαδή εμπειρίες οι οποίες συνεχώς αναπαράγονται με μια κυκλική φορά, ενώ διακρίνει κανείς μια έντονη εικονοποιία.  Τα ποιήματά του είναι εμπνευσμένα από την περίοδο της κατοχής και της μεταπολεμικής εποχής. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του τα πέρασε σε ένα μικρό διαμέρισμα της οδού Ίμβρου 2 στην Κυψέλη γράφοντας ελάχιστα. Απεβίωσε στις 29 Μαρτίου 2005 στην Αθήνα και τάφηκε στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών δημοσία δαπάνη. Δεν παντρεύτηκε και δεν απέκτησε οικογένεια, διατηρούσε όμως δεσμό απο το 1960 με την ζωγράφο Γιάννα Περσάκη.

Η πληγωμένη άνοιξη

Η πληγωμένη άνοιξη τεντώνει τα λουλούδια της
οι βραδινές καμπάνες την κραυγή τους
κι η κάτασπρη κοπέλα μέσα στα γαρίφαλα
συνάζει στάλα-στάλα το αίμα
από όλες τις σημαίες που πονέσανε
από τα κυπαρίσσια που σφάχτηκαν
για να χτιστεί ένας πύργος κατακόκκινος
με ένα ρολόγι και δυο μαύρους δείχτες
κι οι δείχτες σε σταυρώνουν θά έρχεται ένα σύννεφο
κι οι δείχτες σε σταυρώνουν θά έρχεται ένα ξίφος
το σύννεφο θα ανάβει τα γαρίφαλα
το ξίφος θα θερίζει το κορμί της.